ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΣ
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΚΟΥΚΟΥΡΗΣ, Ph.D.
Η ΚΛΙΜΑΚΑ
Η κλίμακα είναι η αναλογία που υπάρχει ανάμεσα σε μια απόσταση μετρημένη πάνω στο έδαφος και την αναπαράστασή της πάνω στο χάρτη.Ο χάρτης είναι επομένως η σμίκρυνση μικρής ή μεγάλης μερίδας της γήινης επιφάνειας.Η κλίμακα επιτρέπει τον υπολογισμό της απόστασης που χωρίζει δύο σημεία, έχει υπολογισθεί πάνω σε μια επίπεδη επιφάνεια και είναι μια ευθύγραμμη απόσταση η οποία φυσικά δεν παίρνει υπόψη της το ανάγλυφο. Άρα δεν πρόκειται λοιπόν για την πραγματική απόσταση αλλά για μια τοπογραφική απόσταση. Παρ’ όλα αυτά, όταν ένα ανάγλυφο δεν παρουσιάζει μεγάλη ποικιλία, η διαφορά ανάμεσα στην τοπογραφική απόσταση και την πραγματική είναι μικρή. Παράδειγμα: Ας υποθέσουμε ότι έχουμε ένα χάρτη της κλίμακας 1:25.000. Το ένα εκατοστό στον χάρτη αντιστοιχεί με 250 μέτρα πάνω στο έδαφος. Το ένα χιλιοστό στο χάρτη αντιστοιχεί με 25 μέτρα πάνω στο έδαφος. Αν δύο σημεία στον χάρτη έχουν μεταξύ τους απόσταση 8,7 εκατοστά, η τοπογραφική απόσταση θα είναι 8,7Χ250=2.175 μέτρα. Αντιστρόφως ανάλογα αν στην πραγματικότητα, δύο σημεία έχουν μεταξύ τους απόσταση 3.650 μέτρα, στον χάρτη η απόσταση αυτή θα είναι 3650 / 250=14,6 εκατοστά. Πρέπει να γνωρίζουμε την τοπογραφική απόσταση διότι χρησιμεύει να προγραμματίσουμε μιά μακρινή πεζοπορία που θα γίνει σ’ ένα μέρος με ανάγλυφο το οποίο δεν παρουσιάζει πολλές μορφολογικές ανωμαλίες.Μια καλή βάση υπολογισμού είναι να θεωρήσουμε ως μέση ταχύτητα πεζοπορίας τα 4χλμ/ώρα. Μερικές πυξίδες φέρουν υποδιαιρέσεις σε εκατοστά και ακόμη διάφορες κλίμακες οι οποίες χρησιμοποιούνται συχνά: 1:20.000, 1:25.000, 1:50.000. Ο υπολογισμός της απόστασης γίνεται πιό άνετα με την βοήθεια ενός καμπυλόμετρου. Είναι ένα όργανο μέτρησης που μοιάζει με ένα τροχίσκο ζαχαροπλαστικής και το οποίο λαμβάνοντας υπόψη του την κλίμακα, επιτρέπει, ακολουθώντας τους ελιγμούς μιάς πορείας, την εκτίμηση της απόστασης που διανύθηκε. Διαφορετικά, τοποθετήστε πάνω στο σχέδιο του χάρτη ένα σπάγκο ή ένα νήμα μαλλιού και κατόπιν τεντώστε το κατά μήκος της κλίμακας για να μετρήσετε την απόσταση.
Μέτρηση βήματος
Σε μερικές περιστάσεις (π.χ. για τις πορείες με πυξίδα) είναι σημαντικό όχι μόνο να υπολογιστεί αυστηρά η τοπογραφική απόσταση, αλλά εξίσου να εκτιμηθεί με ακρίβεια η απόσταση που διανύθηκε κατά διαστήματα εκατό μέτρων. Γι’ αυτό το λόγο μετρούμε το βήμα μας. Αυτό σημαίνει ότι υπολογίζουμε τον αριθμό βημάτων που χρειάζονται για να διατρέξουμε η περπατήσουμε μια απόσταση 100 μέτρων. Ο διασκελισμός «διπλών βημάτων» είναι πιό εύκολο να μετρηθεί γιατι μετράμε πάντα το ίδιο πόδι. (Γενικά, ο αριθμός διπλών βημάτων για τα 100 μέτρα είναι ανάμεσα στα 50 και 60, ανάλογα με το μέγεθος των δρασκελισμών). Για να είμαστε σίγουροι για την αξιοπιστία της διαδικασίας, είναι καλύτερα να έχουμε κάνει πριν πολλές δοκιμές διανύοντας μια απόσταση εκατό μέτρων πάνω σε ένα τμήμα ευθείας γραμμής, π.χ. μέσα στον στίβο από το να δοκιμάζουμε στην τύχη δρασκελιές υποτίθεται ενός μέτρου έχοντας το βλέμμα καρφωμένο στο έδαφος.
Προσανατολισμός με τον ήλιο
Υπάρχει η καθιερωμένη ώρα και η ηλιακή (δηλαδή αυτή του ρολογιού και αυτή του ηλιακού ρολογιού. Τον χειμώνα, η καθιερωμένη ώρα βρίσκεται μια ώρα μπροστά από την ηλιακή, ενώ το καλοκαίρι δύο. Πριν προχωρήσουμε στην πράξη επομένως, θα πρέπει να αφαιρέσουμε από το ρολόι μας μια ώρα τον χειμώνα και δύο ώρες το καλοκαίρι. Μετά από αυτό δεν θα ασχοληθούμε καθόλου με τον μεγάλο δείκτη αλλά με τον μικρό, και πιο συγκεκριμένα με τον αριθμό 12 και με τη θέση τού ήλιου. Ευθυγραμμίστε το μικρό δείκτη με τη διεύθυνση του ήλιου. Η διχοτόμος της γωνίας που σχηματίζεται από το μικρό δείκτη και τον αριθμό 12 δίνει την κατεύθυνση του Νότου και η προέκτασή της τον Βορρά
Προσανατολισμός με τον πολικό αστέρα
Θα πρέπει πρώτα να βρούμε τη Μεγάλη Άρκτο, η οποία μοιάζει αόριστα με μια κατσαρόλα και κατόπιν να επεκτείνουμε πέντε φορές την απόσταση μέχρι τον Πολικό Αστέρα.
Ο γεωγραφικός Βορράς ή βορράς του χάρτη είναι η κατεύθυνση που δίνεται από τον μεσημβρινό. Ο γεωγραφικός Βορράς από την άκρη του φύλλου. Αν ο χάρτης είναι καλά διπλωμένος τα τσακίσματα αναπαριστούν επίσης τους μεσημβρινούς. Αντίθετα, ο Μαγνητικός Βορράς ή Πραγματικός Βορράς είναι η κατεύθυνση που δείχνει η μαγνητική βελόνα της πυξίδας. Ο Μαγνητικός Βορράς βρίσκεται λίγο προς τα δυτικά του Γεωγραφικού Βορρά. Η γωνία που σχηματίζεται από την κατεύθυνση του Γεωγραφικού και του Μαγνητικού Βορρά ονομάζεται μαγνητική απόκλιση. Στους ειδικούς χάρτες προσανατολισμού ο Βορράς πάνω στον χάρτη είναι ο ίδιος με τον μαγνητικό Βορρά, έχει συνυπολογισθεί και συνεπώς δεν χρειάζετε να κάνουμε υπολογισμούς.
Η μαγνητική απόκλιση
Η μαγνητική μάζα που έλκει την μαγνητική βελόνη της πυξίδας ενεργοποιείται από μια διαρκή κυκλική κίνηση η οποία έχει σαν συνέπεια να μεταβάλλει τη γωνία απόκλισης αυξάνοντας ή μειώνοντας την. Η τιμή αυτής της ετήσιας μεταβολής ορίζεται με ακρίβεια πάνω στο χάρτη για το έτος έκδοσης και επιτρέπει τον υπολογισμό της μαγνητικής απόκλισης για το τρέχον έτος.
παράδειγμα: Αν υποθέσουμε ότι το 1984 η απόκλιση είναι 2ο52’ και η ετήσια μείωση είναι 4’. το 1988, η απόκλιση θα είναι: 1988-1984=4, 4’Χ4’=16’. Επομένως: 2ο52’-16=2ο36’ το 1988 (την 1η Ιανουαρίου). Όταν πρόκειται για πορεία με πυξίδα θα πρέπει να λάβουμε υπόψη μας την μαγνητική απόκλιση. Πράγματι, είναι ανώφελο να βαζουμε στόχους των οποίων η ακρίβεια είναι ήδη πολύ σχετική, πάνω σε μια λανθασμένη γωνία, ακόμη κι αν η διαφορά με την μαγνητική πρόοδο της στιγμής είναι ελάχιστη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου